Η Θεσσαλονίκη ανέκαθεν υπήρξε ένα πολυπολιτισμικό μείγμα. Το οικουμενικό ανθρωπομάνι Σεφεραδίτων, Εβραίων, Τούρκων, Αρμένιων, Γάλλων, Άγγλων και Ελλήνων ήδη στα χρόνια του Μεσοπολέμου είχε αναδείξει τη Θεσσαλονίκη ως κορυφαίο γαστρονομικό προορισμό των Βαλκανίων.
Κρέατα, μπουγάτσα, γλυκά πολίτικα, ψάρια, φρούτα και αλλαντικά, γεύσεις που επικοινωνούν τους Δυτικούς με τους Ανατολίτες ακόμα και σήμερα εξακολουθούν να μας μαγεύουν. Η Αγορά Μοδιάνο είναι το έργο εκείνο επιτομή του οικουμενικού χαρακτήρα της πόλης. Χτισμένη το 1925 από τους αρχιτέκτονες Γουίλιαμ Τζ. Όλιφαντ και Έλι Μοδιάνο για να στεγάσει την Κεντρική Αγορά της Θεσσαλονίκης εκεί ήταν το σημείο που συνέρρεαν όλοι για να προμηθευτούν και να γευθούν όσα η Θεσσαλονίκη απλόχερα δίνει. Η Αγορά δεν είναι τυχαίο ότι χτίστηκε σε ένα οικόπεδο μέσα σε Εβραϊκή περιοχή όπως και ότι ο αρχιτέκτονας Έλι Μοδιάνο ήταν γνήσιος σεφεραδίτης Εβραίος της πλούσιας οικογένειας Μοδιάνο. Ανάμεσα στους Εβραίους της εποχής αναγνωρίζονταν μεγάλα ονόματα της τέχνης, της αρχιτεκτονικής και της οικονομίας που η πόλη δεν θα είχε το χαρακτήρα που έχει χωρίς αυτούς. Οι Εβραίοι προσέφεραν στην πόλη εκτός από τις γεύσεις τους αλλά και τα πνευματικά τους δημιουργήματα. Κτίρια όπως το ξενοδοχείο Luxembourg – που μπορείτε να μείνετε ακόμα και σήμερα – είναι έργο του Έλι Μοδιάνο.
Η Αγορά λειτούργησε ομαλά παρά τις πολεμικές συρράξεις της ιστορίας του 20ου αι. Τα 144 καταστήματα δυστυχώς όσο μεταπολιτευτικά περνούσαν τα χρόνια εγκαταλειπόταν και μαζί η ιστορία των “γκράντε”, αριστοκρατικών, ευρωπαϊκών γεύσεων και στιγμών, που η Θεσσαλονίκη πέρασε μέσα στην Κεντρική Στοά Τροφίμων – μια άλλη ονομασία. Το 1983 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο κτίριο και το 1995 διατηρητέο μνημείο. Η Αγορά έκλεισε. Το 2017 ο Όμιλος Φαις έκανε ένα μεγάλο επενδυτικό βήμα. Αγοράζει την Αγορά Μοδιάνο με στόχο να επαναφέρει την παλιά της αίγλη στη σύγχρονη άποψη χωρίς να χαθεί η ταυτότητα της Αγοράς. Σε λίγο καιρό (περίπου 1 μήνα) αναμένεται να ανοίξουν πολλά νέα μαγαζιά, μπαρ, εστιατόρια που θα γίνουν τα νέα στέκια μας. Σε ένα έργο που κόστισε πάνω από 10 εκατ. Ευρώ, δουλεύουν 400 περίπου εργαζόμενοι και τον φωτισμό επιμελήθηκε η σπουδαία ελληνίδα διεθνούς φήμης καλλιτέχνης Ελευθερία Ντεκώ – η ίδια ανέδειξε την Ακρόπολη με τον φωτισμό της – δεν θα μπορούν να λείπουν μεγάλα ονόματα της γαστρονομίας της πόλης – οι γνώστες ξέρουν – όπως My Cava, Meating Place Διδασκάλου, Τράτα, Falafel Taste Middle Eat, Πασκουάλε Λέμπο, Χατζής, Τυροκομείο Αρβανίτη και άλλα μαγαζιά για brunch και ποτό που θα τα μάθουμε σύντομα.
Ο στόχος είναι δύσκολος. Η Αγορά θέλει να επιτρέψει τη μνήμη να “συγκινήσει” την πόλη. Η πόλη δεν είναι η ίδια, οι Εβραίοι λείπουν, οι λαοί έχουν φύγει και τα προβλήματα κτιριακά, πολεοδομικά και οικονομικά δυσχεραίνουν την ανάπτυξη μεγάλων project. Η πόλη δεν αντέχει την επανάληψη και θέλει τις αλλαγές. Έχει ένα ποσοστό ανθρώπων που εκτιμούν ακόμα «το καλό και το ωραίο». Ελπίζουμε ότι η Αγορά που μέχρι στιγμής έχει προδιαγραφές να γίνει στα πρότυπα των μεγάλων γαστρονομικών αγορών της Ευρώπης να πετύχει την ανανέωση. Όσοι έζησαν την Αγορά στις δόξες της ήρθε η ώρα να το δοκιμάσουν πάλι και να μας πουν ,όπως έλεγε ο Επίκουρος, πώς είναι άραγε «η γεύση της μνήμης».